χαλκολιθικός

χαλκολιθικός
-ή, -ό, Ν
φρ. «χαλκολιθική εποχή»
γεωλ. περίοδος τής προϊστορίας τής Γης, την οποία χαρακτηρίζει η μετάβαση από την εποχή τού λίθου στην εποχή τού χαλκού, αλλ. λιθοχαλκή εποχή.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. chalcolithique < χαλκ(ο)-* + λίθος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Σενγκαβίτ — Χαλκολιθικός οικισμός που ανασκάφηκε στην αριστερή όχθη του ποταμού Ραζντάν, κοντά στο Εριβάν, πρωτεύουσα της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Αρμενίας. Η έκταση του οικισμού είναι 4.000 τ.μ. περίπου και το βάθος του πολιτιστικού… …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”